Παρασκευή, Φεβρουαρίου 02, 2007

Απάντηση στην Κ.Δ.

Την μαρμαρένια κόλαση που κουβαλάει ο καθείς μας
στους ώμους του φορτώνει σαν το δρόμο του τραβά

…Και μπερδεύεται ο άνθρωπος
με τα τόσα που συναντάει εμπρός του.
Κάρβουνο το κάθε βήμα του καίει,
εχθρός πελώριος συνέχεια τον σπρώχνει…
Πρόκληση…

Να παλέψει σε αγώνα άνισο, σαν το φως του φεγγαριού που χάνεται στο σκοτάδι…

«Για να ζήσει κανείς
πρέπει ν' αρνηθεί πως είναι νύχτα,
ν' αρνηθεί πως θα ξημερώσει.»

Από ερημιές δραπετεύουμε νομίζουμε,
και τρέχοντας πάμε προς το χωριό…

Σαν μετανάστες απ’ την ίδια μας τη ζωή,
μόνη αποσκευή ένα δείλι που ονειρευτήκαμε κάποτε πως δεν έγινε νύχτα…
ή
μια νύχτα που δεν γίνηκε πρωί…

Το απλωμένο χέρι μου η πέτσα της ζωής μου,
εκεί τα νιώθω όλα,
εκεί τα φορτώνομαι…

Επαίτης η ζωή μου κι άδικος φρουρός της χαμένης πόρτας που για αιώνες όλοι
ψάχνουν σαν φως…

«Το μεγαλύτερο αμάρτημα είναι να μην αγαπάει κανείς τον εαυτό του»

Αυτά κι άλλα πολλά έχω διαβάσει
καθώς το χέρι που τα ‘γραψε μου γδέρνει το πρόσωπο…

Μια βροχή που δεν βρέχει με μαστιγώνει
κάθομαι εδώ,
εκεί που καθότανε…

Παρά τρίχα γλίτωσα απ’ τη γλώσσα της.
Κόντεψα να πιστέψω το σώμα της, αυτό που η ίδια έχει απαρνηθεί
Το ‘χει παρατήσει στης κουζίνας τα πλακάκια να σέρνεται στο κάθε πέρασμα της
σκούπας της λησμονιάς της…

«Όχι», φώναξε μήπως και φτάσει η κραυγή της στα αυτιά της,
«όχι, η τέχνη δεν μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο…»

Πέταξε και χάθηκε,
σαν από την τριβή με τους αιώνες
γερασμένη η φωνή της…
Λες και φύλαγε μέσα της στα όσα χρόνια της ζωής
το μαρτύριο του κόσμου,
κάθε ξεχασμένο όνειρο…

Μίλησε για καθρέφτη,
αυτή η ίδια που βάφτισε νεκρό,
περασμένο
κάθε αντάμωμα με τα μάτια της…

Ε, ναι λοιπόν…

Φωτογραφία δικιά μου,
με το πρόσωπο μου σαστισμένο από το φλας,
σαν αυτές που σε αποθανατίζουν χωρίς να το ξέρεις
κι ακόμη όμως,
σαν κι αυτές που μόνος σου τραβάς,
δίχως να βλέπεις αυτό που βλέπει η κάμερα.

…που τον εαυτό σου κλείνεις σε μια στιγμή με τυχαίες,
αδιάφορες για το εγώ σου,
συντεταγμένες…

Φωτογραφία λοιπόν τα ποιήματα σου,
η τέχνη σου,
ο λόγος σου, η ζωή σου…

Ότι κι αν έγραψες δικό μου γίνεται αν το θελήσω

…μπορώ να διαλέξω να το ζήσω ετούτη τη στιγμή…

…μπορώ να διαλέξω να το ‘χω ζήσει ήδη, ακόμη και πριν από σένα…

…μπορώ να διαλέξω να με βοηθήσει,
(όποια βοήθεια θέλω εγώ)
ακόμη κι αυτή που εσύ λατρεύεις δίχως ποτέ σου να την έχεις συναντήσει,
να την έχεις νιώσει…

Την λατρεύεις, την λιγουρεύεσαι
μα την πνίγεις με τα δικά σου χέρια…
πριν προλάβει καν να σου χαριστεί…

Λαχταράς κι εσύ
όπως κι όλοι μας την αθανασία
μα είσαι δειλή.
Δεν σε δικάζω, άλλωστε πως θα μπορούσα καν να εμφανιστώ μπροστά σου,
θα έλιωνα από την θέρμη που αναδύεις…
Το παραδέχτηκες, το ξέρω.
Μέσα σε μια νύχτα μου χάρισες όσα εγώ παλεύω με τις λέξεις να χτίσω
να εννοήσω
αύριο μπορεί να σε ξεχάσω, είναι αλήθεια
άλλωστε η ποίηση είναι για να χάνεται
να πνίγεται στους ποταμούς της λήθης,
να χάνεται μέσα στο πλήθος της αφάνειας…

Άγιος Φεβρουάριος

Μπήκε ο χειμώνας κι ο κοσμάκης τα 'χει χάσει... Καινούργιος μήνας, καινούργιες μέρες, καινούργια ρούχα... Αλλά ο μαλάκας ο ίδιος!
Περνούν οι μέρες χωρίς να μου δίνουν σημασία. Αν τις δείτε πουθενά πεστε τους πως τις ψάχνω για να δώσουν κάτι σημειώσεις.
Θα δούμε που θα μας βγάλει κι αυτός ο μήνας...